Υπάτη

Η Υπάτη (Πατρατζίκι), όπως κι η Λαμία (Ζητούνι), κατά τη διάρκεια της Επανάστασης παρέμειναν σε χέρια τουρκικά και απετέλεσαν στρατόπεδα - ορμητήρια για τις οθωμανικές δυνάμεις, λόγω των στρατηγικής σημασίας των θέσεών τους. Για τον λόγο αυτόν, πολλές φορές οι επαναστάτες σχεδίασαν να τις πολιορκήσουν και να τις καταλάβουν, αλλά αυτό δεν κατέστη δυνατό. Παρόλα αυτά, η Υπάτη παραλίγο να περιέλθει στα χέρια των Ελλήνων στις 18/4/1821, λίγο πριν τη μάχη της Αλαμάνας. Τότε οι ελληνικές δυνάμεις των Διάκου, Δυοβουνιώτη, Πανουργιά και Κοντογιάννη, μετά από σφοδρή επίθεση, κατάφεραν να εισβάλουν σε αυτήν και θα την κατελάμβαναν, αλλά ήδη είχαν φθάσει από τα βόρεια οι οθωμανικές δυνάμεις του Ομέρ Βρυώνη προσεγγίζοντας το Λιανοκλάδι. Από τον φόβο μην κυκλωθούν οι Έλληνες μαχητές, εγκατέλειψαν την πόλη “ημίκαυστον”. Είχαν αργήσει, αφού για αρκετές ημέρες προσπαθούσαν να πείσουν τον αρματολό της περιοχής, Μήτσο Κοντογιάννη, να συμμετάσχει στην προσπάθειά τους. Ενάμιση μήνα αργότερα, στις 10/5/1821, οι Γκούρας, Σκαλτσοδήμος και Σαφάκας με 1200 άνδρες συγκεντρώθηκαν στην κορυφή της Οίτης «Αετός», με σκοπό να επιτεθούν στην Υπάτη, αλλά δέχθηκαν πρώτοι επίθεση σε εκείνο το σημείο κι έτσι η απόπειρα αυτή ματαιώθηκε εν τη γενέσει της. Στις 30/3/1822, στον Μπράλο, έγινε σύσκεψη των Ελλήνων οπλαρχηγών, υπό την προεδρία του Δημητρίου Υψηλάντη και αποφασίστηκε να γίνει επίθεση εναντίον της Υπάτης  και της Λαμίας και να αποκοπεί ο δρόμος μεταξύ τους, για την παρεμπόδιση τουρκικής βοήθειας. Πράγματι στις 2 Απριλίου του 1822, ανήμερα του Πάσχα, επιτέθηκαν κατά της Υπάτης οι οπλαρχηγοί Κοντογιάννης, Πανουργιάς, Σκαλτσάς και Σαφάκας. Κατάφεραν να κυριεύσουν την πόλη, αλλά όχι και το φρούριο, πάνω από την πόλη, στο οποίο υπήρχαν οχυρωμένοι 1500 Τουρκαλβανοί. Κατά την επίθεση αυτή κινδύνευσε και ο ίδιος ο Δράμαλης: “ολίγον έλειψεν να πιασθή ζωντανός, γυμνός έφυγεν από το κρεββάτι του και επέρασεν εις άλλην οικίαν”, όπως γράφει ο Δ. Υψηλάντης. Μια άλλη απόπειρα έγινε, λίγες ημέρες αργότερα στις 17/4/22, εναντίον του φρουρίου, με μεγαλύτερη δύναμη αυτή τη φορά. Οι ελληνικές δυνάμεις, αν και κατάφεραν να διώξουν τους Τουρκαλβανούς προς την πόλη, τελικά απεχώρησαν, καθώς ο Δράμαλης είχε ήδη φθάσει με το πολυάριθμο ασκέρι του κι έστειλε  ενισχύσεις από την Λαμία. Τον Ιούνιο του 1824 μεγάλη οθωμανική δύναμη υπό τον Δερβίς πασά βρισκόταν στην περιοχή και τρομοκρατούσε τους χριστιανικούς πληθυσμούς. Αποτέλεσμα η αιχμαλώτιση πολλών οικογενειών αμάχων από τα λεγόμενα Βλαχοχώρια της Υπάτης. Το βράδυ όμως της15ης Ιουνίου ένα ελληνικό σώμα με επικεφαλής τους Μήτσο Κοντογιάννη, Δήμο Σκαλτσά και Ανδρίτσο Σαφάκα επιτέθηκε εναντίον των οθωμανικών  δυνάμεων στην Υπάτη και ελευθέρωσε 300 ελληνικές οικογένειες. Τον Σεπτέμβριο του 1824 είχαμε δυο επεισόδια: το πρώτο “εις έν χωρίον ολίγον απέχον της πόλεως” όπου ο Βαγγέλης με 80 στρατιώτες συγκρούστηκε με πάνω από 200 οθωμανούς του Λουμάν πασά  και “καταδιώξαντες έως δύο ωρών διάστημα, εφόνευσαν ένδεκα εχθρούς και επλήγωσαν ικανούς”. Λίγες μέρες μετά στην άκρη της Υπάτης, προς το κάτω μέρος, μια ομάδα 40 Ελλήνων, από το σώμα του Κοντογιάννη, προσπάθησε να πάρει μερικά πρόβατα των εχθρών. Έγιναν όμως αντιληπτοί και έγινε μάχη με 300 οθωμανούς. “Αλλ’ οι Έλληνες πολεμήσαντες ώραν ικανήν εις τον κάμπον και φονεύσαντες και πληγώσαντες έως 15 Τούρκους, επήραν 300 πρόβατα και ανεχώρησαν.”

Σημείο ενδιαφέροντος
Σημείο στον χάρτη

Υπάτη